Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

Μπιάλα (Βάρνα) - Бяла (Варна) - Byala (Varna)



H ιστορία της Μπιάλα αρχίζει τουλάχιστον από τον 6ο αιώνα π.Χ. Αρχικά ονομαζόταν Λάρισα και αργότερα  Άσπρος .
Στην Οθωμανική απογραφή του 1731 αναφέρεται ως Ak Dere .
Σύμφωνα με την απογραφή του 1903 στη Μπιάλα ζούσαν 1200 Έλληνες .
Η Μπιάλα χαρακτηρίστηκε ως πόλη το 1984 με διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου .


Κεντρική πλατεία

Παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα



Το Δημοτικό Σχολείο Οτέτς Παίσιι του 1894



Παλιά Βουλγαρική εκκλησία

Κρήνη του 1921


Κυριακή 21 Αυγούστου 2011

Μητρόπολη Δρύστρας και Σιλίστρια 2, Дръстър диоцез и Силистра 2, Drystra diocese and Silistra 2



Η ιστορία της μητρόπολης Δρύστρας κατά το 19ο αιώνα

Η συνθήκη της Αδριανούπολης (2 Σεπτεμβρίου 1829), με την οποία τερματιζόταν ο νικηφόρος για τους Ρώσους πόλεμος με  την Οθωμανική Αυτοκρατορία καθόριζε και την ενσωμάτωση της Βραΐ λας στην ηγεμονία της Βλαχίας. Συνεπώς, η 
μητρόπολη Προϊλάβας καταργήθηκε και επανασυστάθηκε εκείνη της Δρύστρας, με έδρα και πάλι τη Σιλίστρια και δικαιοδοσία σε όλη την οθωμανική επαρχία της Δοβρουτσάς.

Η μητρόπολη Δρύστρας ήταν μια μικρής σχετικά σημασίας εκκλησιαστική «επαρχία» κατά το 19ο αιώνα, κατέχοντας την 45η θέση στις 82 το 1855, ενώ και η οικονομική της θέση δεν ήταν καλή, καθώς χρωστούσε το 1825 73.500 πιάστρα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Άλλωστε η περιοχή της Δοβρουτσάς ήταν αραιοκατοικημένη και οι χριστιανοί, κυρίως 
Βούλγαροι και Ρουμάνοι καθώς και Έλληνες στα λίγα αστικά κέντρα, είχαν περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες.


                                     Παλιά Σιλίστρια 

Φαίνεται πάντως ότι μετά το 1829 έγιναν προσπάθειες να ανασυγκροτηθεί η «επαρχία». Συγκεκριμένα, στις αρχές της δεκαετίας του 1840 ο μητροπολίτης Δρύστρας αποφάσισε να έχει ως έδρα εκτός από τη Σιλίστρια και την Τούλτσα , προφανώς λόγω της οικονομικής ανάπτυξης που γνώριζε η πόλη.

Η ανάπτυξη ωστόσο μιας ισχυρής κίνησης ανάμεσα σε λογίους και εκκλησιαστικούς κύκλους για τη δημιουργία αυτόνομης από το Πατριαρχείο βουλγαρικής εκκλησίας οδήγησε σε κρίση τις σχέσεις της «Μεγάλης Εκκλησίας» με τους Βούλγαρους.

Στην περιοχή της Δοβρουτσάς είχε αναπτυχθεί σχετικά νωρίς, δηλαδή ήδη από τη δεκαετία του 1850, βουλγαρική εθνική κίνηση με κέντρο την Τούλτσα.

                         Η εκκλησία της Αγίας Τριάδας στη Σιλίστρια

Από το καλοκαίρι του 1860 πολλές βουλγαρικές κοινότητες δεν αναγνώριζαν πια τον 
πατριαρχικό, ελληνικής καταγωγής, μητροπολίτη Διονύσιο ενώ με την ανακήρυξη της Εξαρχίας, το 1870 συστάθηκε η βουλγαρική (εξαρχική) μητρόπολη του Ρούστσουκ (σημ. Ρούσε), στην οποία υπάχθηκε και η μητρόπολη της Δρύστρας, ή μάλλον όσες κοινότητες, κυρίως οι βουλγαρικές, προσχώρησαν στην Εξαρχία. Ο ανταγωνισμός μεταξύ της πατριαρχικής και της εξαρχικής μητρόπολης για τον προσεταιρισμό των ρουμανικών ορθόδοξων κοινοτήτων ήταν οξύς.
Φαίνεται πάντως ότι οι περισσότερες κοινότητες συνέχιζαν να αναγνωρίζουν το μητροπολίτη Διονύσιο, μολονότι δεν έλειπαν τα παράπονα ότι ήταν ουσιαστικά αδιάφορος απέναντι στις ανάγκες τους. 
Άλλωστε και οι ελληνικοί κύκλοι της Κωνσταντινούπολης αλλά και οι Έλληνες πρόξενοι θεωρούσαν ότι ουσιαστικά εμπόδιζε τη δράση των ελληνικών φιλεκπαιδευτικών συλλόγων της περιοχής, αλλά και τη συνεργασία με τους Ρουμάνους .



Η Σιλίστρια σήμερα . Πανόραμα της πόλης


Δημήτριος Κοντογεώργης , Μητρόπολη Δρύστρας
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού , 20 Ιουνίου 2008

Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

Ρούσε - Русе - Ruse


Η θέση του Ρούσε κατοικείται από το 3000 π.Χ. περίπου . 
Το 70μ.Χ. οι Ρωμαίοι έχτισαν φρούριο , στρατιωτικό και ναυτικό κέντρο πάνω στο Δούναβη με το όνομα Sexaginta (η πόλη με τα εξήντα πλοία).
Το 1380 έγινε νέο φρούριο δίπλα στα ερείπια της Sexaginta με το όνομα Ρούσι , που κατέστρεψαν οι Οθωμανοί Τούρκοι το 1595 μετά από μια εξέγερση . Λίγα χρόνια αργότερα έχτισαν νέο φρούριο , μικρότερο , και γι` αυτό το ονόμασαν Ρούστσιουκ (μικρό Ρους ) . Το Ρούστσιουκ ( στα ελληνικά Ρουχτσούκιο) έγινε ξανά μεγάλο φρούριο με σημαντικότατη θέση στην περιοχή του Δούναβη .




Μετά την απελευθέρωση της Βουλγαρίας το Ρούσε έγινε ένα από τα σπουδαιότερα πολιτιστικά και οικονομικά κέντρα της Βουλγαρίας .
Στα τέλη του 19ου αιώνα το Ρούσε ήταν μια κοσμοπολίτικη πολυεθνική πόλη . Σύμφωνα με την πρώτη απογραφή του 1883 είχε 25.156 κατοίκους . Ανάμεσα σ` αυτούς ζούσαν 291 Έλληνες . Είκοσι χρόνια μετά , το 1903 , στο Ρούσε ζούσαν 780 Έλληνες , σύμφωνα με την απογραφή εκείνης της χρονιάς . 




Σήμερα είναι η πέμπτη σε μέγεθος βουλγαρική πόλη (150.000 κάτοικοι). Η ελληνική παρουσία στην πόλη συνεχίζεται και μάλιστα τα τελευταία χρόνια αυξάνεται : όλο και περισσότερες εταιρείες μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στο Ρούσε για οικονομικούς-φορολογικούς λόγους .



Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

Μητρόπολη Δρύστρας και Σιλίστρια 1, Дръстър диоцез и Силистра 1, Drystra diocese and Silistra


Η μητρόπολη Δρύστρας ταυτίζεται με την πρωτοβυζαντινή μητρόπολη
 του «Δορόστολου», που βρισκόταν στην Κάτω Μοισία, δηλαδή στη σημερινή περιοχή της Δοβρουτσάς.


Έδρα της μητρόπολης πρέπει να ήταν η παραδουνάβια πόλη   Σιλίστρια 
στη βορειοανατολική Βουλγαρία. Από τον 11ο αιώνα η μητρόπολη Δοροστόλου 
ονομάζεται πλέον «Δρύστρας» , 
πιθανότατα σλαβική παραφθορά της παλαιότερης ονομασίας.

                                         Ερείπια βυζαντινής εκκλησίας στη Σιλίστρια

Η μητρόπολη Δρύστρας κατά την Οθωμανική περίοδο (15ος-18ος αιώνας)
Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για την ιστορία της μητρόπολης Δρύστρας κατά τους πρώτους αιώνες μετά την οθωμανική  κατάκτηση των αρχών του 15ου αιώνα είναι μάλλον λιγοστές και όχι σπάνια συγκεχυμένες. Η μητρόπολη πάντως είχε έδρα 
τη Σιλίστρια και δικαιοδοσία σε όλη την περιοχή της Δοβρουτσάς, ενώ ο τοπικός μητροπολίτης Κάλλιστος είχε λάβει μέρος  στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας το 1438.
Ναός των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου , μητρόπολη της Σιλίστριας . 
Χτίστηκε το 1860 .

Κατά το 17ο και 18ο αιώνα η μητρόπολη Δρύστρας διατηρούσε στενές σχέσεις με τους ηγεμόνες της Βλαχίας και τις εκκλησιαστικές αρχές της ηγεμονίας, όπως φαίνεται και από το γεγονός ότι ο πρίγκιπας («οσποδάρος») της Βλαχίας Γρηγόριος Γκίκας Α’  (1660-1664, 1672-1673) ανήγειρε τον καθεδρικό ναό της μητρόπολης στη Σιλίστρια, ενώ οι μητροπολίτες Δρύστρας αποστέλλονταν συχνά στη Βλαχία ως έξαρχοι του Οικουμενικού Θρόνου.
Η πλέον αξιόλογη προσωπικότητα που ανήλθε στο θρόνο της μητρόπολης Δρύστρας ήταν ο Ιερόθεος Κομνηνός, μία πολυσχιδής προσωπικότητα, με σπουδές στην Ιταλία και πλούσιο συγγραφικό και εκδοτικό έργο.
Ο Ιερόθεος αναφέρεται συχνά στις επιστολές του στη φτώχεια της μητρόπολης και στα βάσανα των χριστιανών εξαιτίας και των αρπακτικών επιδρομών των Τατάρων, προφανώς της νότιας Ρωσίας και της Κριμαίας.

                                          Σιλίστρια , πλατεία της Ευρώπης

Από το 1806, οπότε και ο μητροπολίτης κατέφυγε στο Βουκουρέστι, λόγω του Ρωσοτουρκικού πολέμου, ο μητροπολιτικός θρόνος παρέμεινε κενός. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα η βόρεια Δοβρουτσά είχε τεθεί υπό τη δικαιοδοσία του μητροπολίτη Προϊλάβας με έδρα τη Βραΐ λα και συνεπώς η σημασία της μητρόπολης Δρύστρας είχε μειωθεί. Ίσως για αυτό το λόγο το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφάσισε, στα 1813, να ενωθούν οι μητροπόλεις Προϊλάβας και Δρύστρας.


                                Η Σιλίστρια το 1917




Δημήτριος Κοντογεώργης , Μητρόπολη Δρύστρας
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού , 20 Ιουνίου 2008