Τα Ελληνικά Σχολεία της περιοχής του Τιρνόβου ανάμεσα στα τέλη του ΙΗ΄ και τα μέσα του ΙΘ΄ αι. - Μέρος Α`
Αναμφισβήτητη είναι η συνεισφορά των ελληνικών σχολείων στη διαμόρφωση της βουλγαρικής διανόησης κατά τα τελευταία εκατό χρόνια της Τουρκοκρατίας. Αυτά τα κέντρα κοσμικής εκπαίδευσης υπήρξαν φορείς των προοδευτικών ιδεών του Ελληνικού Διαφωτισμού και της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης στα Βουλγαρικά εδάφη. Σχεδόν όλοι οι Βούλγαροι «Διδάσκαλοι του Γένους» και εθνεγέρτες ήταν απόφοιτοι των ελληνικών σχολείων.
Ως πρωτεύουσα του Δεύτερου Βουλγαρικού βασιλείου, Πατριαρχείο και κέντρο αξιόλογης Φιλολογικής Σχολής, το Τίρνοβο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν ήταν παρά μητρόπολη και μια βαλκανική πόλη δευτερεύουσας σημασίας. Στον μαρτυρικό αλλά δοξασμένο τούτο τόπο ήταν όμως ζωντανή η παράδοση, ήταν ζωντανό και το πνεύμα. Με την παρούσα εισήγηση θα διευκρινίσουμε την σημασία, την θέση και τον ρόλο που διαδραμάτισαν τα ελληνικά σχολεία στην περιοχή του Τιρνόβου για την Βουλγαρική Αναγέννηση.
Οι παράγοντες που προσδιορίζουν την ύπαρξη και τη λειτουργία των ελληνικών σχολείων και την ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας στην πόλη Τίρνοβο, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της, μπορούν περιληπτικά να ανακεφαλαιωθούν ως εξής:
1. Αφ’ ενός, το υψηλό επίπεδο μόρφωσης του πληθυσμού κατά την περίοδο στην οποία η πόλη ήταν πρωτεύουσα και αφ’ ετέρου, η πλούσια φιλολογική παράδοση, βάσει της μοναστηριακής και εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, εμπλουτισμένη κατά τον ΙΔ΄ αι. από τις τακτικές σχέσεις του κλήρου του Τιρνόβου με τα βυζαντινά πνευματικά κέντρα.
2. Μετοικεσία και εγκατάσταση κατά τον ΙΕ΄ αι. και μετά στην περιοχή του Τιρνόβου και συγκεκριμένα στους οικισμούς Αρμπανάσι (Αρβανιτοχώρι), Λιάσκοβετς, Γκόρνα Οριάχοβιτσα κ.ά. του ελληνοφώνου πληθυσμού από την Αλβανία.
3. Ο τρίτος παράγοντας σχετίζεται με τον ρόλο που έπαιζαν οι Έλληνες αρχιερείς του Τιρνόβου, που διορίστηκαν από τους κύκλους των αξιωματούχων κληρικών του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως. Ακριβώς οι Έλληνες μητροπολίτες και οι επίσκοποί τους στο Πρεσλάβ, Τσέρβεν, Λόβετς και Βράτσα συνεισέφεραν σε μέγιστο βαθμό στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και εκπαίδευσης στα βουλγαρικά εδάφη.
Κατά τους τελευταίους αιώνες της Τουρκοκρατίας η επίδραση των παραγόντων αυτών αυξήθηκε σημαντικά εξαιτίας του κρίσιμου ρόλου πού έπαιξε το Ελληνικό έθνος στις τύχες της Αυτοκρατορίας. Οι εμπορικές σχέσεις με τις αναπτυγμένες ιταλικές πόλεις-κράτη (Βενετία, Γένουα, Αγκόνα κ.ά.) πραγματοποιούνταν μέσω της Ελλάδας και με τη μεσολάβηση Ελλήνων εμπόρων. Μ’ αυτόν τον τρόπο η ελληνική γλώσσα έγινε φυσικός φορέας των προοδευτικών ιδεών της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης, του Διαφωτισμού και του Ρομαντισμού όχι μόνο για τους Βούλγαρους, αλλά για όλους τους βαλκανικούς λαούς.
Η εν λόγω εποχή συμπίπτει με τις αρχές της Βουλγαρικής Εθνικής Αναγέννησης που αδιαμφισβήτητα παριστάνει ένα αναπόσπαστο κομμάτι της πανευρωπαϊκής μεταβατικής πορείας – περάσματος από τον Μεσαίωνα στους Νεότερους χρόνους.
Ανακοίνωση που έγινε στο Γ` Συνέδριο της Ευρωπαïκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών
που έγινε στο Βουκουρέστι από τις 2 έως τις 4 Ιουνίου 2006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου